ΑΣΤΙΚΗ ΣΠΗΛΙΑ
Αντί αναπτήρων κινητά στις συναυλίες
αντί να ζήσεις τις στιγμές σου, τραβάς φωτογραφίες
«Ναι ρε φίλε, τσέκαρε καινούργιο κινητό! Κάνει αυτό κι εκείνο και τ’ άλλο, ανάλυση δεν ξέρω και γω πόσα megapixels, Bluetooth, GPRS,mp3 και radio player φυσάει μιλάμε το εργαλείο! Τιιι;! Που να ξέρω αν παίρνει τηλέφωνο!!»
Εάν δεν ξέρεις να μιλήσεις, στείλε ένα SMS…
Ψάχνεις στο δίκτυο όλη μέρα, γυαλισμένο κενό
Μα η μουσική είναι ψυχή, όχι mp3 στον σκληρό
«Σ’ έχω σκίσει μιλάμε κατέβασα 3 giga mp3 περισσότερα από σένα (όχι ότι θα τα ακούσω ποτέ)… Τέσ’ πα μπες facebook να δεις τι κάνω, έχω κάνει καινούργιο update. Να βρεθούμε; Άσε ρε, που να τρέχουμε τώρα… Θα τα πούμε το βράδυ στο MSN. Μετράει…»
Πάτα το shutdown, άμα δεν σε βοηθάει…
Τέλος τα κάρα έχουμε τζιπ και αυτοκίνητα cabrio
Που τρέχουν με 200 με design απ’ το αύριο
«Κοίτα δω ρόδα! Να μην είχαμε κι αυτό το γ@^$^#^ο μποτιλιάρισμα… Τι το θέλω το τζιπ στην πόλη; Πλάκα με κάνεις;! Τι περιβάλλον κι αηδίες, εγώ θα σώσω τον κόσμο; Πιο πολύ μ’ απασχολεί που κάθε μέρα θες δύο ώρες γύρω-γύρω για να παρκάρεις. Πήζεις…!»
Αν σε χαλάει το τριπάκι, τότε γιατί συνεχίζεις;
Η αστική σου σπηλιά
Σου δίνει τεχνολογία
Αλλά αν σου λείπει η παιδεία
Λείπει από όλα η ομορφιά
Η αστική σου σπηλιά
Αν σου φαίνεται κρύα
Θα σου πουλήσουνε σε λίγο
Ψηφιακή φωτιά
ΚΑΤΕΒΑΣΕ ΤΟΥΣ
Σου φουσκώσαν τα μυαλά και σου αδειάσαν το κεφάλι
Σου τάξαν μεγαλεία μα σου δώσανε χάλι
Κατέβασέ τους, κατέβασέ τους
Αυτοί σου παίζουνε jazz κι εσένα blues μόνο φτάνει
Σου βγάλαν την κουκούλα και φορέσανε κράνη
Κατέβασέ τους, κατέβασέ τους
«Ναι, θα στο λέω μέχρι να το μάθεις! Κατέβασέ τους…»
Εάν η κρίση είναι νύφη, τότε έσυ θα την πληρώσεις
Αυτοί θα πάρουν bonus κι εσύ κι άλλες δόσεις
Κατέβασέ τους, κατέβασέ τους
Αφού εσύ γονατίζεις σου μοιάζουν γίγαντες όλοι
Όταν τους είπες αρχηγούς, αυτοί σε είπανε πιόνι
Κατέβασέ τους, κατέβασέ τους
«Τι τους κοιτάς ρε θύμα;! Κατέβασέ τους…»
Γιατί ο ένας είναι φλόγα και οι δέκα επιθυμία
Οι εκατό είναι μόδα και οι χίλιοι επιδημία
Δέκα χιλιάδες, φέρτε κάμερες, είναι σοβαρή η κατάσταση
Στο ένα εκατομμύριο θα γίνει επανάσταση
«Πονάει η πλατούλα; Κατέβασέ τους…»
Είναι στημένο το παιχνίδι κι έχει στόχο εσένα
Μην σκοτώνεις τα κουνούπια, άλλοι σου πίνουν το αίμα
Τους έπλεξες εγκώμια, σου πλέξανε στεφάνι
Κάνε εσύ την αρχή κι ακολούθούν κι όλοι οι άλλοι
Κατέβασέ τους, κατέβασέ τους
Κατέβασέ τους, κατέβασέ τους τώρα
Κατέβασέ τους ήρθε η ώρα, κατέβασέ τους τώρα
ΔΟΓΜΑ
Πω, πω η κρίση, θα μας γαμήσει
και τι να κάνουμε που δεν υπάρχει λύση
αλλά περίμενε υπάρχει ένα φως
όσο αυξάνεται το κέρδος και μειώνεται ο μισθός
Πίστεψέ το! Το λένε οι ειδήσεις
ή χαμηλότερους μισθούς ή μονάχα απολύσεις
του ελληνούλη ο τράχηλος, μόνο ζυγό σηκώνει
με πλαστικές σημαίες κι αρχηγούς στο μπαλκόνι
Ότι σου είπαν είναι δόγμα και μη με ρωτάς γιατί
αν στο είπαν, επανέλαβε κι εσύ
Όλα είναι ωραία, είναι υπέροχα εδώ
ας πούμε ένα τραγούδι με το στόμα κλειστό
χάντρα ή καθρεφτάκι αρκεί να είναι λαμπερό
ας πούμε ένα τραγούδι χαζό
Φταίνε οι ξένοι, οι αλλοδαποί
και τι να κάνουμε μολύνουν τη φυλή
τι κάνουν με εμάς τους αριστοκράτες
άλλωστε οι Έλληνες ποτέ τους δεν ήταν μετανάστες
Έχεις χρήμα; Θα σε πούνε τουρισμό
αλλά αν θελήσεις δουλειά θα σε πούνε Αλβανό
και θα στη δώσουν τελικά για ένα κομμάτι ψωμί
αν εσύ είσαι φτηνός, όλοι θα ‘ναι φτηνοί
Το μαγαζάκι των τριακοσίων
ησυχαστήριο το κάνανε ιχθύων
κι αν πονηρά κάποιος θα παραπλανηθεί
κανένα πρόβλημα: «παραγραφή»
Ξανάρθανε οι Γερμανοί κι είναι παντού σαν τις μύγες
κι όποιο υπουργείο σηκώσεις από κάτω θα βρεις μίζες
η βαλίτσα χέρι-χέρι να γυρίζει
να λαδώσουμε το σύστημα, μην τρίζει
Και τα δημοσιογραφογλυφρόνια
παίρνουν το πτώμα και του ρίχνουνε κολόνια
και στηλιτεύουνε και λοιδορούν
κι ενημερώνουνε και προσκυνούν
Κατασκευάζουν τις ειδήσεις και φιλτράρουν γεγονότα
στους θεατές τους το κεφάλι όσο θέλεις τώρα βρόντα
ω ναι, θα δεις ότι θέλουν γιατί από δω πάν’ κι οι άλλοι
να πως χτίζεται μια γνώμη μέσα σ’ ένα κεφάλι
ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ
Αν αυτές είναι οι ελπίδες σου
κι αυτά είναι τα όνειρά σου
ορίστε ένα τραγούδι
να χαρείς με την καρδιά σου
Αν αυτό που θες
είναι καρέκλα να ζεστάνεις
ορίστε πάρε μία
κάτσε μέχρι να πεθάνεις
Σ’αγαπώ και μ’αγαπάς
αλλά αν αυτό δεν αρκεί
την προτιμώ τη φασαρία
από μια άδεια μουσική
Αν σε ερεθίζει η μονιμότητα
δεν είμαι εγώ ο κατάλληλος
μωρό μου να γίνεις
δημόσιος υπάλληλος
Αν σου διαλλέξαν τη ζωή
κι είπες σας ευχαριστώ
ορίστε ένα καρότο
εφτακόσια ευρώ
κι όταν το φτάσεις πες το σύνταξη
μα μην κοιτάξεις πίσω
ο δρόμος ήταν μόνο
το χωράφι μπρος-πίσω
Αν αυτό το λες αγάπη
κι αυτό το λες ζωή
την προτιμώ τη φασαρία
από μια άδεια μουσική
Αν θες ρουτίνα κάθε μέρα
δεν είμαι εγώ ο κατάλληλος
μωρό μου να γίνεις
δημόσιος υπάλληλος
Μας μεγαλώνουν σαν τις κότες για τα αυγά τους
μας κλείνουνε το στόμα για να βάλουν τη μιλιά τους
για να σηκώσουμε το κεφάλι πρέπει να πίνουμε γάλα (;)
και πρέπει να λέμε τούτα μόνο και ποτέ τα άλλα
Αλλά σηκώστε τη γροθιά, κανένα να μην φοβηθείτε
όσα δεν κάνατε, μονάχα να μετανοείτε
μας ξεπουλάνε τις στιγμές μας όσο-όσο, μία-μία
αλλά αντί για σιωπή έχουν να παίρνουν φασαρία
ΠΑΡΑΜΥΘΙ
Πάνω στου Πινόκιο τη μύτη
έχουν όλοι μια φωλιά ή ένα σπίτι
Πάνω στου Πινόκιο τη μύτη
έχουν όλοι μια φωλιά…
Κι αγοράζουν κάθε μέρα λίγο μάτι
και μπερδεύουν το φτηνό με την αγάπη
αγοράζουν λίγο μάτι
και μπερδεύουν το φτηνό με την αγάπη
Μέσα στου Πινόκιο το στόμα
ονειρεύονται ουρανούς και πιάνουν χώμα
μέσα στου Πινόκιο το στόμα
ονειρεύονται ουρανούς
Ζούνε μέσα σ’ ένα παραμύθι
και ψάχνουν καρδιά στ’ άδεια τους στήθη
ζούνε σ’ ένα παραμύθι
και ψάχνουνε μία καρδιά
Μέσα στου Πινόκιο το κεφάλι
θα πιούμε, θα μεθύσουμε και πάλι
μέσα στου Πινόκιο το κεφάλι
θα πιούμε, θα μεθύσουμε…
Ψάχνοντας την αγάπη σε λάθος μέρη
θα ρωτάμε αν κανένας την ξέρει
Ψάχνοντας σε λάθος μέρη
θα ρωτάμε αν κανένας την ξέρει
ΣΕΡΙΦΗ ΤΟ ΠΙΣΤΟΛΙ ΣΟΥ
Σερίφη, το πιστόλι σου
για να το κουμαντάρεις
πρέπει να έχεις την ψυχή,
νιονιό για να το βγάλεις
Σε μένα δεν περνάν αυτά
και κρύψε το κανόνι
με τσαμπουκάδες σε παιδιά
ρε θα σε φτύσουν όλοι
Αλλού να πας σερίφη μου
να κάνεις τη φιγούρα
ρε δεν την παίρνει άλλο εδώ
του εγώ σου τη μαστούρα
ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Μες το τζάμι του τραίνου
εκείνος τώρα την κοιτά
κι επειδή μετακινείται
αυτή νομίζει προχωρά
απ’ το σπίτι στη δουλειά
κι απ’ τη δουλειά της πίσω πάλι
αποσκευές μι άδεια καρδιά
κι ένα άδειο κεφάλι
Της λέει: «Σε βλέπω κάθε μέρα
μου είπε να σου πω ένα γεια
η κοινή, καλή μας φίλη
που τη λένε μοναξιά
«Πέντε δισεκατομμύρια
άνθρωποι σ’ όλη τη γη
κάθε βράδυ στο κλουβί τους
επιστρέφουν μοναχοί
Τι τους θέλουνε τους φίλους
έχουν υπολογιστή
ή μια τεράστια οθόνη
για να βλέπουν DVD»
Τον κοιτάζει τώρα εκείνη
και δεν έχει τι να πει
ραγισμένο προσωπείο
κι εκκωφαντική σιωπή
πώς να κάνει τις λέξεις
κρόταλα για στυμφαλίδες
Πώς να διώξει απ’ το κορμί της όλες τούτες τις φολίδες;
«Λες να έχω κι εγώ καρδιά;
Το αυτόματο παιχνίδι που κουρδίζει η γειτονιά…»
«Δεν είμαι εγώ , είναι μια άλλη
πίσω απ’ τα μάτια μου κοιτά
στην ασφαλή μου ανωνυμία
ένιωθα πάντα μια χαρά
πάντοτε ζούσα μες το ρεύμα
κάθε κατάρα του, ευχή
μα αν έχεις κάτι άλλο να δώσεις
εγώ σ’ ακούω με προσοχή»
Κατεβήκαν απ’ το τραίνο
στον επόμενο σταθμό
περπατούσαν στον αέρα
πως το κάνανε αυτό;
κοιταχτήκανε στα μάτια
κι ήτανε κι οι δυο γυμνοί
μα δεν κρύωνε κανείς τους
μήπως ήταν ζωντανοί;
«Ας μην ταράξουμε τα ζόμπι
που είναι εδώ για το μετρό
και κοιτώντας τα ρολόγια
σχολιάζουν τον καιρό»
«Όλος ο πολιτισμός τους
μονόλογοι ή συναλλαγές
θα κάνουν ότι τους ζητήσεις
για μια βδομάδα διακοπές
Η επανάσταση θα αρχίσει
απ’ τους ανθρώπους που πετάνε
οι έρποντες που μυξοκλαίνε
εμάς μας κάνουν να γελάμε»
«Όλος ο πολιτισμός τους
μονόλογοι ή συναλλαγές
θα κάνουν ότι τους ζητήσεις
για μια βδομάδα διακοπές
Η επανάσταση θα αρχίσει
θα αρχίσει εδώ με μας τους δυο
κοίτα σταμάτησε κι ο χρόνος
για να σου πω πως σ’ αγαπώ»
ΠΡΑΓΜΑΤΑ
Είναι ο ήλιος που βουτάει
ένας καφές στην παραλία
η μυρωδιά στο λαιμό σου
μερικά καλά βιβλία
είναι το σούπερ-σεξ σου
και άλλα τέτοια θαύματα
τα πράγματα που αξίζουν στη ζωή
δεν είναι πράγματα
Είναι η ουρά που μου κουνάει
το σκυλί μου όταν μπαίνω
η κατηφόρα με ποδήλατο
ευτυχώς είχα φρένο
μια γκριμάτσα που σκεπάζει
όλα τα παιδικά τα κλάματα
τα πράγματα που αξίζουν στη ζωή
δεν είναι πράγματα
Είναι ένα γκράφιτι στον τοίχο
σ' ένα περιβάλλον γκρίζο
είσαι εσύ που με κάνεις
κάθε μέρα να ελπίζω
αν δεν το βλέπεις να στο γράψω
και με πιο μεγάλα γράμματα
τα πράγματα που αξίζουν στη ζωή
δεν είναι πράγματα
Είναι η μαγική νότα
που ξεκινάει το ροκ 'ν' ρολ
κάποια θα κάνει απ' τις εφτά
για δοκίμασε σολ
όταν επάνω μου χορεύεις
δεν υπάρχει σου λέω, γάματα
τα πράγματα που αξίζουν στη ζωή
δεν είναι πράγματα
ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Πάτερ ημών, Εσύ στον ουρανό
μ’ όλο το σεβασμό μου έχω κάτι να Σου πω
τα κάνανε πλακάκια πολιτεία κι εκκλησία
και το λαό Σου έχουν στήσει φοβισμένο στη γωνία
δεν μιλάνε (αμαρτία!) ίσως να μην Είσαι σπίτι
ή δεν σε νοιάζει που πιστεύουνε τον κάθε λωποδύτη
πόσο κάνει η σωτηρία; Λέω να πάρω μια διπλή
τώρα οικοπεδοφάγοι θα μας σώσουν την ψυχή
Πάτερ ημών, μια απορία μικρή
γιατί υπάρχουνε μεσάζοντες σε μία προσευχή
αυτοί απ’ τον άμβωνα μου λεν’ για της νηστείας την αξία
μα δεν ακούω γιατί η κοιλιά τους μου φέρνει ναυτία
αγαπάτε εξουσία και το χρήμα πιο πολύ
κι αν υπάρχουν εξαιρέσεις, ξεδιψάνε με χολή
πόσο κάνουνε τα άμφια, η μύτρα κι ο σταυρός τους
Θεέ μου όλοι αυτοί δεν έχουν το θεό τους
Πάτερ ημών, δείξε μας το κακό
και διώξε τα παράσιτα που μένουνε εδώ
οι χείριστοι οι χριστιανοί φόρεσαν κληρικού στολή
κι όλο μαζεύουν προβατάκια στο μαντρί|
είναι πολλά όλα τα λεφτά και τα κορόιδα πιο πολλά
κι ας μην το αξίζουνε προσεύχομαι γι’ αυτά
καλοστημένη η μπίζνα, τι μπορεί κανείς να πει;
αλλά αν η κόλαση υπάρχει έχει αυτούς VIP…
Τι σου κάνανε Θεέ μου όλοι αυτοί
είναι για Σένα τούτη εδώ η προσευχή
κοίτα τι έγινε από τότε που ο γιός Σου
κουβαλούσε τον σταυρό του
ο κλήρος Σου δεν έχει το θεό του
ΒΡΟΧΗ
Εδώ κάτω ισχύει αυτό
το πολύ σοβαρό
παίζουμε όλοι κρυφτό
με κεφάλια στο χώμα, εδώ
καθετί καρναβάλι
ποιος, ποια μάσκα θα βάλει
για να κρίνουν οι άλλοι
ποιο ταιριάζει κεφάλι
Εδώ κάτω ισχύει και τ’ άλλο
είναι θέμα μεγάλο
ποιος θα φθείρει τον άλλον
είναι εχθροί όλοι μάλλον
κάθε πράξη, σκηνή
κι όλοι ηθοποιοί
και θεατράρχες μαζί
τα’ χουν όλα σκεφτεί
Κι όμως εσύ…
Χορεύεις γυμνή
και φέρνεις βροχή
και ξεπλένεις τη θλίψη
που απλώθηκε πάνω στη γη
Λες, απλή είναι η ζωή
μα είναι όλοι τρελοί
μεγαλούπολη, τόση ερημιά
κι ευτυχώς που είσαι εκεί…
ΓΙΑ ΣΚΕΨΟΥ
(γεννημένοι πριν το 1984)
Στα αλήθεια, δεν ξέρω πως καταφέραμε να επιβιώσουμε. Ήμαστε η γενιά της αναμονής, περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας. Έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και για να παίξουμε ένα παιχνίδι στον υπολογιστή, έπρεπε να περιμένουμε μισή ώρα την κασέτα να γυρίσει. Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή.
Κοιτάζοντας πίσω είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί. Ξέρεις, ακόμα και τα παιχνίδια μας ήταν επικίνδυνα. Παίζαμε «μακριά γαϊδούρα» αλλά κανένας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση. Σπάγαμε τα χέρια και τα δόντια μας αλλά την επόμενη μέρα ήμασταν πάλι στο δρόμο. Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με πέτρες και ξύλα αλλά δεν έτρεχε τίποτα. Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο ή μερικά ράμματα. Έφευγε το «κακό αίμα» και δεν μπορούσες να κατηγορήσεις κανέναν παρά μόνο τον εαυτό σου.
Δεν είχαμε Playstation, Wii, δορυφορική τηλεόραση, home cinema με ήχο surround, κινητά, internet… Εμείς είχαμε φίλους. Κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε. Καμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα και απλά βγαίναμε στο δρόμο για να συναντηθούμε και να παίξουμε κυνηγητό, κρυφτό, μήλα… Δεν υπήρχαν online games τότε και ήταν ο μόνος τρόπος για να παίξεις κάτι με άλλους.
Τη μέρα, την περνούσαμε έξω, τρέχοντας και παίζοντας. Τα παιχνίδια μας τα φτιάχναμε μόνοι μας, από ξύλα. Χάσαμε χιλιάδες μπάλες ποδοσφαίρου. Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο, και όταν θέλαμε να δούμε τους φίλους μας, πηγαίναμε σπίτι τους με το ποδήλατο ή με τα πόδια και τους φωνάζαμε από την πόρτα. Δεν παίρναμε άδεια από τους γονείς μας, ήμασταν ολομόναχοι, χωρίς υπεύθυνους. Για σκέψου…
Τότε τα σχολεία ήταν όλα δημόσια και κάθε μέρα μας ταλάνιζε το άγχος της εξέτασης. Το απόγευμα δεν είχαμε φροντιστήρια, μόνο βαρετό διάβασμα και αγγλικά, τρεις φορές την εβδομάδα. Κάποιοι δεν ήταν καλοί μαθητές κι έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να περάσουν όλοι. Για σκέψου…
Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε ατέλειωτες ώρες στην παραλία χωρίς αντηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ. Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην άμμο και κάναμε τα πιο απίθανα μακροβούτια για να χαζέψουμε αστερίες. Ρίχναμε τα κορίτσια κυνηγώντας τα για να τους βάλουμε χέρι κι όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο chat room γράφοντας wink, rofl, omg… Τα φτιάχναμε και τα χαλάγαμε κοιτώντας ο ένας τον άλλο στα μάτια κι όχι στέλνοντας μηνύματα στο κινητό.
Μεγαλώσαμε μόνοι μας αλλά οι γονείς μας ήταν συνέχεια παρόντες. Δεν εκλιπαρούσαμε για λίγο από τον χρόνο που αφιέρωναν στη δουλειά τους, ούτε είχαμε νταντά την τηλεόραση. Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία κι υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά μάθαμε… κι ωριμάσαμε. Και μετά ποιος μας φταίει, που τα σημερινά παιδιά μας φαίνονται χαζοχαρούμενα και κακομαθημένα;
Ποιόν να δείξω οι φταίει
Εϊ! Αυτή είναι η γενιά μου
Τι να της πεις τώρα γυρίζει και λέει
Οκ, ας το πληρώσουν τα παιδιά μου
Είναι ηλίθιο το έργο αυτό
Τι να πω; Κάτι πρέπει να κάνω
Το συνεχίζουμε ή το κόβουμε εδώ
Σωστό… όταν απλώνω, το φτάνω
Ελπίδα
Δεν ξέρω τι λες εσύ
εσύ απλά δεν είσαι εκεί
απλά τρέχει το μυαλό σου
Μέσα σε κάθε εκπομπή
που την κοιτάς σαν νεκρή
θαρρείς θα βρεις τον εαυτό σου
Αυτός που θα σου πει πως δεν υπάρχει ελπίδα
την έχασε, μα εγώ εχθές το βράδυ την είδα
τον έψαχνε κι αυτή, αν το σκεφτείς
Πες του αν τον συναντήσεις
σε κάνα καθρέφτη αν σταματήσεις
επιτρέπεται να πέσεις
κι επιβάλλεται να σηκωθείς
Δεν ξέρω που είναι όλα αυτά
που ονειρευόσουν παλιά
ενέχυρο κάπου…;
Τι είναι όλα αυτά τα σκληρά
που σου πουλάν’ στη δουλειά
και σ’ έχουν δέσει κάτω
Ρωτάς για αυτή τη φυλακή
που νιώθεις ότι είναι εκεί
αλλά κανείς δεν την βλέπει
Πες μου πως νιώθεις εσύ
κοιτώντας κάθε παιδί
που σηκώνεται όταν πέφτει